Αυτός που είναι υπεύθυνος για check στις παραγγελίες στο ταμείο ή στο bar.

Συναντάται σε μεγάλα cafe - bar - club ή νυχτερινά κέντρα.

- Τρέχα να πεις στον τσεκαδόρο οτι έγινε λάθος στην παραγγελία και θα γίνει αλλαγή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάρε!

Χρησιμοποιείται όταν δίνουμε ή προσφέρουμε κάτι σε κάποιον.

Συνήθως σε μικροαντικείμενα, χαρτιά κλπ.

- Ρε συ έχεις κανένα στυλό;
- Ναι ρε όσα θες... να δες εδώ... τσίμπα ένα!

- Να πάρω άλλο ένα φύλλο χαρτί;
- Να έχει εδώ... τσίμπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που ακούει φανατικά cd της Heaven.

Επίσης: Χεβενικός

- Α εγώ δεν ακούω τέτοια μουσική ... είμαι πιο πολύ έτσι... χεβενίστας.

Got a better definition? Add it!

Published