Το φλερτ, η ερωτοτροπία. Από την τουρκική λέξη cilve. Χρησιμοποιείτο και στα καλιαρντά.

  1. Είμαι χαρακτήρας με σίκ οριεντάλ. Κάνω ωραίο κλίμα, αβέλω λατσούς τζιλβέδες, σ’ αυτό θα οφείλεται που τους τραβάω. Σπάνια να κάνει άλλος τέτοια ατμόσφαιρα. (Εδώ).

  2. «Και με τους διάκους ο Δεσπότης τζιλβέδες και καμώματα». Κώστας Βάρναλης. (Εδώ).

  3. Esy to noy soy stoys tzilvedes kai ta makedonika stoys Makedones!!!!!!!!!! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Λέξη των καλιαρντών. Εκ του πιάνομαι και του μουτζό που σημαίνει αιδοίο ή γυναίκα και, όπως μας υπέδειξε το Πονηρόσκυλο εδώ, δεν έχει σχέση με την μούντζα, αλλά με την ρομανί λέξη mindž = κόλπος, αιδοίο, χυδαία λέξη για το κορίτσι, τη φιλενάδα.

Το μουτζοπιάνομαι περιγράφει απρεπείς τσακωμούς μεταξύ κίναιδου (ή και στρέιτ άντρα) και γυναίκας ή δύο γυναικών μεταξύ τους, που χαρακτηρίζονται από μαλλιοτραβήγματα, ξεμαλλιάσματα, καλλιτεχνικό κατινάζ, ή στην καυλύτερη των περιπτώσεων mud wrestling. Πλέον σε μη αυθεντικά καλιαρντό πλαίσιο, η έκφραση χρησιμοποιείται ειρωνικώς για τσακωμούς, όπου το διακύβευμα δεν είναι σημαντικό, λ.χ. για διαδικτυακές τηλεμαχίες.

  1. Το δημοψήφισμα που σκέφτονται
    να μας βαλουν οι« κυβερνώντες»
    μια καινουργια περιπετεια δηλ
    μονο και μονο για να μας κανουν να μουτζοπιαστουμε παλι και να κρύψουν τις πομπες τους κατω απο το χαλι. (Αποκατέ).

  2. Παντως το χουμε παραχεσει το τοπικ........μονο για το θεμα του δεν μιλαμε...χαχα.......σε λιγο θα μουτζοπιαστουμε κιολας, ποιος στην χαρη μας...... (Αποκατέ).

  3. Έρχονται δύο καινούριες γυναίκες στην παρέα που είναι φίλες του κολλητού του γκόμενού σου. Λες στην κολλητή σου: «Ντικ τις μούτζες με τα εξτέ, πώς δικέλουν το δικό μου, αν τολμήσει να του μπενάψι τίποτα θα μουτζοπιαστούμε». (Αποκατέ).

Με την καλή έννοια (από Khan, 09/02/12)

Βλ. και μαδομούνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified