Από το αγαπώ + -ίζω: όταν η αγάπη ανάμεσα σε 2 άτομα είναι πολύ δυνατή. (Γαλατική έκφραση: βλ. Γαλάτης μόδιστρος, κοπτοραπτού).
- Έχει πήξει η αγάπη τους ε; - Ναι, αγαπίζονται τρελά!
Got a better definition? Add it!
Published 2008-02-19 22:29:03+00:00 Last modified 2015-07-04 15:57:37+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.