Βγαίνει απ' το τεφαρίκι και σημαίνει μια χαρά, μπεργκέτι, τσόντα, καύλα, τζετ, σούπερ κτλ.
Το πήγα στο μάστορα τ' αμάξι και μου το 'κανε τέφα. Σαν καινούργιο, σου λέω!
Βλ. και μέγκλα.
Got a better definition? Add it!
Published 2006-09-07 11:26:00+00:00 Last modified 2015-05-08 17:50:41+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.