Από διαφημιστικό σποτάκι της HELMEPA (Ένωση για Καθαρότητα του Περιβάλλοντος) στα '80ς, όπου ένας γλάρος με κάπως πατερναλιστικό ύφος δακτυλόδειχνε με τα φτερά του κι έλεγε να μην πετάμε σκουπίδια και πλαστικά στις ακτές. Κάτι η εκνευριστική φωνή του ηθοποιού για τον γλάρο, που τον κατέστησε αρχέτυπο για τον γκρηνιάρη, κάτι η πετυχημένη καρτουνιά, το σλόγκαν έμεινε στις συνειδήσεις.

Πλέον χρησιμοποιείται σε φάσεις δυο τρία τακ πριν το όχι άλλο κάρβουνο. Δηλαδή, όταν έχουμε αρχίζει να κουραζόμαστε με κάτι που κάνει κάποιος, λέμε «όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά σε θάλασσες και ακτές», και αν, παρ' ελπίδα, ο άλλος συνεχίσει της ψωλής του τον χαβά, τότε αγανακτούμε με το φωσκόλειο «όχι άλλο κάρβουνο». Αν ο άλλος ενοχληθεί με το ηθικιστικό ύφος μας, η σλανγκικώς ορθή απάντηση είναι «γαμώ το γλάρο σου!».

  1. Από βλόγιο: ΟΧΙ ΝΔ, ΟΧΙ ΠΑΣΟΚ, ΟΧΙ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ, ΟΧΙ ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΚΑΙ ΑΚΤΕΣ!

  2. Αποσπάσματα κρεβατομουρμούρας μεταξύ Σλάνγκου και Λυσισλάνγκης: % Λ.: Δηλαδή το παραδέχεσαι ότι υπήρχαν και γυναίκες στη συνάντα του slang.gr!
    Σ.: Αφού είναι ιστομαστόρισσες τα κορίτσια, πώς να μην έρθουν;
    Λ.: Και καλά. Ήθελες συνάντα; Να πας! Αλλά να πήγαινες στην Θεσσαλλλονίκη που δεν είχε γυναίκες!
    Σ.: Πώς να πάω αγάπη μου εκεί πάνου, 8 ώρες είναι!
    Λ.: Ο Πάτσης δηλαδή πώς πήγε;
    Σ.: Αφού στα έχω εξηγήσει αγάπη μου, η σχέση μου με τις σλανγκομ..., εμ με τις Σλανγκοφοριάζουσες είναι καθαρά πλατωνική. Μας ενώνουν ζητήματα πνευματικής υφής...
    Λ.: Ναι, όπως το μουνοκλάνι και το καμένο ντουί! Έχει βουίξει βρε το Φραπέ.slangossip! Ως εδώ! Ή τις ανάφτρες ή εμένα!
    Σ.: Άσε με βρε μωρουλίνι μου με τα όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά σε θάλασσες και ακτές... Νισάφι... Αφού ξέρεις πως δεν έχω μάτια για άλλη!...
    Λ.: Είμαι πράγματι το μωρουλίνι σου; Λουλούκο μου εσύ!
    (σ.ς.: Ακολουθεί γουτσιστικός διάλογος, που αν τον αναφέραμε, το λήμμα θα κατατασσόταν στα «σιχαμερά»).

  3. Τελευταίες οδηγίες που δίνουν οι σέξι ναυαγοσώστριες του Slangwatch, οι επιφορτισμένες με την επιτήρηση και σωτηρία των ναυτιλλωμένων Σλάνγκων από πνιγμό στην ίδια τους την λημματολάσπη:
    - Έτσι σλανγκάκια μου; Όχι τραβηγμένες λεξιπλασίες, όχι τραβηγμένα αυτοαναφορικά σε θάλασσες και ακτές! Δεν σας φταίνε σε τίποτα οι καβουροσλανγκόσαυροι να κάνουν υπερωρίες για να καθαρίσουν την λημματολάσπη σας!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «σπεκάστε, ψηφίστε», χωρίς το «τελειώσατε» είναι το ίδιον του σλανγκακλή (κατά τα θεριακλής, μερακλής), που είναι εθισμένος με την σλανγκ, και σε ένα καλό λήμμα, αφού πρώτα αποδώσει, ως ώφειλε, σπέκια και αστερίες, θα ξαναγυρίσει στον τόπο του εγκ-λήμματος ξανά και ξανά, ώστε με σωκρατική μαιευτική μέθοδο να γεννήσει μέσα από τον διάλογο κι άλλα λήμματα.

Το πλήρες «σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε» κατά το «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε» του γνωστού διαφημιστικού καθαριστικών ειδών, αναφέρεται συνήθως στις παρακάτω περιπτώσεις, (η λίστα δεν είναι εξαντλητική):

  1. Για άρρητα λήμματα (κατά το «άρρητα ρήματα») όπου ό,τι σχόλιο και να πεις, θα το χαλάσεις. Οπότε μένεις άναυδος, at a loss for words, και κάνεις την τριπλέτα σεμνά και ταπεινά. Χαρακτηριστική περίπτωση τα εξωκόσμια λήμματα - λόγια του Κυρίου ημών Ιησού, που «ουκ εισί εκ του κόσμου τούτου», και πρέπει να αντιμετωπίζονται ως Γραφή, που την προσκυνάς χωρίς να σχολιάζεις. Αλλά και τα λήμματα του απόκρυφου Ιησού DT. Επίσης, λέγεται για λήμματα που θυμίζουν χρησμούς της Πυθίας: Συναισθάνεσαι την σοφία τους, αλλά δεν μπορείς να την προσπελάσεις νοητικά, οπότε ρίχνεις ένα σπεκ, λέγοντας «μιλάς με γρίφους, γέροντα» και αποσύρεσαι για να κάνεις ενδοσκόπηση τι έφταιξε και δεν αποδείχθηκες έτοιμος να καταλάβεις το λήμμα. Χαρακτηριστική περίπτωση το λήμμα: χαμούρεμα.

  2. Για το ταχυσλανγκικόν του πράγματος κατά το «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε»: Σλάνγκος πάει στην δουλειά του το πρωί. Επειδή, όμως, είναι εθισμένος, στα διαλείμματα, μαζί με (ή χωρίς) το τσιγάρο κάνει μια γρήγορη τσάρκα στο slang.gr, πριν συνεχίσει την δουλειά του. Σε περιπτώσεις μεγαλύτερου εθισμού λέει στον ρουμάνο ότι ετοιμάζει το πρότζεκτ, ενώ στην πραγματικότητα σπεκάζει στο σάιτ μας. Επειδή όμως υπό το άγρυπνο βλέμμα του ρουμάνου, δεν είναι δυνατόν να κάνεις μαιευτική λημμάτων, το ταχύ «σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε» είναι η πικρή καθημερινότητα του Σλάνγκου. Το βράδι πάλι, γυρνά σπίτι, και η γυναίκα (ή άντρας για τις Αρχιμήδειες) έχουν απαιτήσεις, όπως σεξ, χάδια, τρυφερότητα, ενώ ο Σλάνγκος το μόνο που σκέφτεται είναι πώς να τελειώσει το λήμμα του, που το έχει βάλει στο Πρόχειρο, επειδή δεν μπορούσε να το τελειώσει στην δουλειά. Οπότε μέχρι να αποφασίσει να χωρίσει για να αφιερωθεί στην σλανγκ (ή σλανγκ ή οικογένεια), το «σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε» είναι η πικρή καθημερινότητα του Σλάνγκου και το βράδυ.

  3. Το σπεκουλαδόρικο «σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε»: Ο σπεκουλαδόρος έχει αντιληφθεί ότι τα λήμματά του απευθύνονται σε ορισμένο target group μεταξύ των σλανγκιστών, οπότε όταν ένας από αυτούς τους σλανγκιστές ανεβάσει λήμμα, ακόμη κι αν είναι λύμα, ο σπεκουλαδόρος θα το περάσει ένα γρήγορο σπεκ και δεκάστερο, για να εμπεδώσει σχέσεις αμοιβαίας πελατείας με τον συγκεκριμένο συσλανγκιστή. Βεβαίως, δεν θα επεκταθεί παραπάνω απ' το ψιλό σπεκ, ενώ θα κρατάει και την μύτη του να μην τον πάρει η μπόχα του λύματος, που σπέκασε μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει (διά μακροπρόθεσμου do ut des) την αδηφάγα αστρολαγνεία του.

  4. Ακόμη χειρότερα: Το «σπεκάστε, ψηφίστε» του σπαστήρα. Ο σπαστήρ γράφει μια σειρά λήμματα με ένα όνομα, μετά αποσυνδέεται και επανασυνδέεται με άλλο όνομα και ID, και κάνει ένα γρήγορο πέρασμα με δεκάστερα στα λήμματα αυτού του (α)ιδ(ο)ίου. Ο απόλυτος θρασυ-σπαστήρ δεν θα παραλείψει να δώσει και σπέκια ο ίδιος στον εαυτό του με άλλο όνομα, για να επαληθευθεί το υπό GATZMAN ρηθέν: «Σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε». Το παραπάνω είναι παράδειγμα προς αποφυγή για τους νεοκλήδες, ελπίζω να μην βάζω ιδέες...

Όταν ο acg σου έχει 137 παραλλαγές του την τρίζει την όπισθεν, ή όταν υπάρχουν έξι διαφορετικοί ορισμοί της κλασομπανιέρας, τι άλλο μπορείς να κάνεις, από ένα σπεκάστε, ψηφίστε, τελειώσατε.

Μαιευτική λημμάτων (από Hank, 05/02/09)Μπαγαποντοδότης συλληφθείς από τους ιστομάστορες. (από Hank, 06/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified