Τροπικό επίρρημα που προέρχεται από το ρήμα πετάω κατά το παρεμφερές τροχάδην και σημαίνει την τάχιστη εκτέλεση εργασιών ή την κίνηση προς έναν προορισμό με τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα.
Απαντάται στο στρατό όπου οι τρεις βαθμοί κίνησης του στρατιώτη είναι:
- Περπατάμε (απαράδεκτος)
- Τρέχουμε (ανεκτός)
- Πετάμε (κομάντο άγρια χήνα)
- Δεν είσαι ζωηρός στρατιώτη. Πετάδην είπαμε αγόρι μου!
- Αδύνατον. Έχω βγει ελεύθερος πτήσεων κύριε Λοχαγέ.