Σλανγιωτατισμός για τον αυνανισμό.
Η Τζέσικα πεομαλάσσει στο πριβέ με ένα εξτραδάκι.
Σλανγιωτατισμός για τον αυνανισμό.
Η Τζέσικα πεομαλάσσει στο πριβέ με ένα εξτραδάκι.
Got a better definition? Add it!
Ψευδοαρχαίος σλανγιωτατισμός που σημαίνει αυνανίζομαι.
Πεοταλαντώνει ενδοπαλαμικώς καθ' εκάστην ο μάλαξ.
Got a better definition? Add it!
Στην ποικιλία της Κούλουρης στη Σαλαμίνα είναι ο Αμπελακιώτης, ο κάτοικος του οικισμού Αμπελάκι, επειδή θεωρείται σκωπτικά ότι οι κάτοικοι του Αμπελακίου είναι απόγονοι των Περσών, οι οποίοι επέζησαν από την ναυμαχία του 480 π.Χ. και έμειναν στο νησί, για αυτό και έχουν υποτίθεται μη ελληνικό μεγάλο κεφάλι.
Παντρεύτηκε Πέρση κεφάλα.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει: Ωμά στους σκύλους.
Και δεν είναι σλανγκ. Δεν υπάρχει καν. Δεν ξέρω καν γιατί το ανεβάζω εδώ. Μιά υπόθεση είναι. Μιά εικασία για το πώς θα ήταν μια ασήκωτη, θανάσιμη ομηρική βρισιά. Ένα φονικό μπουκέτο μίσους και άγριας καταφρόνιας. Κάτι που να κοντράρει στα ίσα τα πιό καυτερά καριολίκια μας.
Κάτι που να λέει: "Δεν αξίζεις να τα έχεις. Θα σου τα κόψω και θα τα ρίξω στα σκυλιά".
πέμψω σ᾽ ἤπειρόνδε, βαλὼν ἐν νηῒ μελαίνῃ,
εἰς Ἔχετον βασιλῆα, βροτῶν δηλήμονα πάντων,
ὅς κ᾽ ἀπὸ ῥῖνα τάμῃσι καὶ οὔατα νηλέϊ χαλκῷ,
μήδεά τ᾽ ἐξερύσας δώῃ κυσὶν ὠμὰ δάσασθαι.
Οδύσσεια σ 84-87
Got a better definition? Add it!
Published
Σαρκαστική έκφραση που συμπληρώνει κάθε εξωτερίκευση οιδιπόδειου συμπλέγματος.
-Άσε ρε είμαι άρρωστος, έχω αναγκάσει τη συγκάτοικο να κάνει τη μαμά μου τώρα.
-και ο Οιδίπους σε μια γωνιά τραβάει μαλακία με τα γόνατα...
Got a better definition? Add it!
Λήμμα της αρχαιοελληνικής γλώσσας, που ετυμολογκά σημαίνει "ο φέρον το πυρ", δηλαδή αυτός που κουβαλάει την φωτιά.
Ένα σατυρικό δράμα του Αισχύλου που δεν σώζεται στις μέρες μας είναι το "Προμηθεύς πυρφόρος"
Πυρφόρος λεγόταν ο ιερέας στον στρατό τών Λακεδαιμονίων ο οποίος είχε ως έργο του τη διατήρηση τής φωτιάς που προοριζόταν για θυσία, η οποία δεν έπρεπε να σβήσει ποτέ.
Στην νεοελληνική, το λήμμα μόνο ως βρισιά μπορεί να χρησιμοποιηθεί αφού συνειρμικά μας οδηγεί στο μονοπατι
Θέλετε να μάθετε ποιοί κατάστρεψαν την Ελλάδα; Οι πυρφόροι κατάστρεψαν την Ελλάδα.
Δημήτρης πορνομετανάστης (βλ. video κάτω)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το ταμτιριρί, γνωστό στο σλανγκρ από το σου γαμώ το ταμτιριρί, προήχθη σε ρήμα και μάλιστα σε σουρεάλ παράφραση του Ηρακλείτειου "τὰ πάντα ῥεῖ".
Got a better definition? Add it!
Σλανγιωτατισμός του ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου, ούτινος η μνήμη εορτάζεται σήμερον 3 Αυγούστου, οπότε και απεδήμησεν εις τον Μεγαλοψώλωνα Δημιουργόν του, για να δηλώσει την γεμάτην ερωτικού γλεύκους, ήτοι σπέρματος, οπήν άρτι δεχθείσαν την εκσπερμάτισιν του ψώλωνος γαμέτου.
Ἀλλ' ἐὰν διὰ τὸν Τζὲφ εἶχε τελειώσει ἡ γαμικὴ πρᾶξις, διὰ τὴν κύπτουσαν πάντοτε ἐπί τῶν τυλιγμένων σχοινίων μυστηριώδη ἐπιβάτιδα ἡ συνουσία ἐπρόκειτο νὰ ἔχηι συνέχειαν, μὲ τὸν τρίτον κατὰ σειρὰν ἐπιβήτορα, τὸν νέγρον Τζάκ. Διότι, μόλις ἀπέσυρε μὲ βαθύτατον ἀναστεναγμὸν ἱκανοποιήσεως τὸν κάθυγρον πελώριον ποῦτσον του από το σπερματοβριθές μουνί της, ὁ Τζακ, χωρὶς νὰ ἀφήσηι οὔτε δέκα δευτερόλεπτα τὴν ἄγνωστον γαμομανῆ νὰ ἀναπαυθῆι, ἔσπευσε ὀπίσω ἀπὸ τοὺς γλουτούς της καὶ ἐνῶ ἐσφάδαζε χύνουσα ἀκόμη τὸν μουνοχυμόν της ἡ κυρία, κατέλαβε τὴν θέσιν τοῦ Τζὲφ καὶ ἤιρχισε πάραυτα νὰ τὴν γαμᾶι καὶ αὐτὸς μετὰ μανίας. (Μέγας Ανατολικός, Τόμος 7, σ. 124).
Got a better definition? Add it!
Είναι ο μπανιστιρτζής, ο μοχθών στο κολλύριο στα ... αρχαία ελληνικά!
Υπάρχει και ο παρθενοπίπης κι ο αρρενοπίπης, ανάλογα πού πίπτει εγκαύλως το όμμα καθενός.
Από το γυναίκα + οπιπτεύω. (εδώ).
Σήμερα είναι εύκολο και γουστόζικο να λέγεται και να γράφεται, εξ ου και τα παραδείγματα.
γυναικοπίπης, ου, ὁ (gunaikopipēs) —one who ogles women” (εδώ)
- Είναι γυναικοπίπης αλερτ==>
- ΠΑΛΙ ΜΕ ΟΝΕΙΡΩΞΕΙΣ ΜΑΣ ΗΡΘΕΣ? (εδώ)
- Γιατι να εισαι τοσο ψοφια γιαλαντζι αριστεροστροφη πατσαβουρα?
- Γιατί είσαι ένας πιθηκαλώπηξ γυναικοπίπης. Το πατσαβούρα πρόσεχε μη σου έρθει κοσμάριον (εδώ)
ΛΑΘΡΟΠΙΠΗΣ (ΠΑΡΘΕΝΟΠΙΠΗΣ η ΓΥΝΑΙΚΟΠΙΠΗΣ). (εδώ)
-Τράβα κοιμήσου βρε γυναικοπίπη
-Κανεις copy paste απο google βρισιες αρχαιων? Καρμπον. Εσυ εισαι μεγαλο νουμερο μιλαμε (εδώ)
ανδρείος (γενναίος) όπως ο Έκτορας, όχι δειλός (παρθενοπίπης) όπως ο Πάρις! (εδώ)
Got a better definition? Add it!