Γόογλε ή γούγλε: το google.
Ρήμα: γουγλάρω/-εις/-ει/-ουμε/-ετε/-ουν.
Πάτησα γόογλε διότι νόμιζα πως ήταν στα αγγλικά και με έβγαλε στο google!!!
Γούγλαρέ το. (ψάχτο στο γούγλε... erm... hi hi hi, google!!!)
Γόογλε ή γούγλε: το google.
Ρήμα: γουγλάρω/-εις/-ει/-ουμε/-ετε/-ουν.
Πάτησα γόογλε διότι νόμιζα πως ήταν στα αγγλικά και με έβγαλε στο google!!!
Γούγλαρέ το. (ψάχτο στο γούγλε... erm... hi hi hi, google!!!)
Δες επίσης γκουγκλάρω, γούγλε γούγλε
Got a better definition? Add it!