Μουνί που τρικλίζει.
Η γκόμενα που παραπονιέται, που κλαίγεται.
«Είχαμε βγει με τον Αντώνη και την γκόμενά του, η οποία όλο κλαιγότανε. Μου έσπασε τα νεύρα το τρικλομούνι.»
Μουνί που τρικλίζει.
Η γκόμενα που παραπονιέται, που κλαίγεται.
«Είχαμε βγει με τον Αντώνη και την γκόμενά του, η οποία όλο κλαιγότανε. Μου έσπασε τα νεύρα το τρικλομούνι.»
Got a better definition? Add it!