Εκτός Ελλάδας. Οπουδήποτε αλλού, είναι «έξω». Η δε λέξη «εξωτερικό», κάποτε λεγόταν με μεγάλο στόμφο από τους λίγους που τριγυρνούσαν εκεί πέρα, οι οποίοι επέστρεφαν με απίστευτες ποσότητες από ρούχα, καλλυντικά, ρολόγια, τσιγάρα, προϊόντα σουπερμάρκετ, κλπκλπ και τα επεδείκνυαν με σνομπίλα στον κάθε πικραμένο που δεν είχε περάσει τα σύνορα (για να μην πούμε ότι δεν είχε δει καν την θάλασσα). Φοβάμαι όμως ότι ακόμα και τώρα το ίδιο γίνεται, τηρουμένων των αναλογιών.

  1. Λέω να στείλω τον γιο μου έξω για σπουδές, τις λες;

  2. - Ωραίο φουστάνι, πού το ψώνισες;
    - Στο εξωτερικό...

Got a better definition? Add it!

Published