Κούρδος χαρακτηρίζεται κάποιος που εξαιτίας του είδους της δουλειάς του αλλάζει συνεχώς τόπους.

Ο Νίκος στην εταιρεία που δουλεύει, κάθε μέρα είναι σε διαφορετική περιοχή. Κούρδος κατάντησε!

Εξαιρούνται οι Κούρδοι περιπτεράδες, αυτή η μάστιγα... (από Khan, 06/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο στρατό αυτός που υπηρετεί σε μονάδα με περισσότερο τρέξιμο και υπαίθρια εκπαίδευση, που τρέχει στο βουνό σαν τον Κούρδο αντάρτη του ΡΚΚ.

Το ενδιαφέρον είναι ότι το ποιός είναι Κούρδος και ποιός όχι είναι καθαρά θέμα οπτικής γωνίας. Έτσι π.χ. ένας ΣΤΡ(ΔΒ) μπορεί να θεωρεί Κούρδους τους πεζικάριους, οι πεζικάριοι τους Πεζοναύτες, οι Πεζοναύτες του Λόχου Διοικήσεως ή του Υποστήριξης αυτούς των Λόχων Κρούσεως, οι βαρυοπλίτες των εν λόγω λόχων τους άνδρες των Διμοιριών Κρούσης κλπ.

Με λίγα λόγια υπάρχουν πάντα χειρότερα, ή έτσι θέλουμε να πιστεύουμε.

-Καλά, τι πας να κάνεις εσύ, καλλιεργημένος άνθρωπος, σε κούρδικο τάγμα;
-Καλά εγώ που θα είμαι μια θητεία, εσύ που θα είσαι μια ζωή;
(διάλογος με μόνιμο Υπλ/γό, καθόλου στρατόκαυλο, ίσως και ψιλοχίπη...)

apo
pkk

Got a better definition? Add it!

Published