Κονομάω κάνα φράγκο, παίρνω το κατιτίς μου, τα βάζω στην τσέπη μου και τιγκανά χαλαρά. Παλαιότερη εκδοχή τού παντελονιάζω. Δεν μιλάμε βέβαια για πολλά λεφτά, εξ ου και η ειρωνεία: χρησιμοποιούμε την έκφραση λες και το υποκείμενο πήρε τίποτα μυριάκια το λιγότερο.