Στρατοκαυλιστί, ο πεζικάριος.

Εκ του ΣΤΡ(ΠΖ), Στρατιώτης Πεζικού.

- Πέσε και παίρνε κακομαθημένε, δεν θ' απολυθείς ποτέ!
(καραβανάς προς στριπτιζέρ νεοσύλλεκτο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified