Ο λίγος, ο μη επαρκής, μεταξύ υπαρκτού και ανυπάρκτου, τη βγάζει και δεν την βγάζει,
χαροπαλεύει πριν το τέλος, αλλά δεν τελειώνει. Βλέπε και ελληνική οικονομία.

Φάε μια τάπα ρε χαροπάλη που με 50 βατάκια πας να μας την βγεις, εμάς τους κιλοβατώρες παλιοψάρακα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified