Μονολεκτική κλιμάκωση του τσαμπουκαλίστικου ύφους μας, όταν έχει προηγηθεί μια παρατήρηση, επιβολή ποινής ή άλλη βαρύγδουπη δήλωσή μας προς κάποιον αποδέκτη που φαίνεται να μη μας έχει πάρει και πολύ στα σοβαρά, επειδή το όλο ύφος μας δεν ήταν εξ αρχής τρε ψαρωτίκ.
Συχνά, επιτείνεται με διπλασιασμό του με χρήση της κλητικής προσφώνησης-αγενούς νότας των σταυρολέξων «ρε».
- Πάρε 5Φ γιατί είσαι ακομβίωτος και άλλα 5Φ επειδή σου κρέμεται το κορδόνι από την αρβύλα. Γελάς; Ρε γελάς;
- Γιατρέ, πάρε το συνταγολόγιο, κάν' το ρολό και βάλ' το στον κώλο σου. Ξέρεις τί μπορώ να σου κάνω εγώ; Γελάς; Ρε γελάς;