Άτομο μιας κάποιας ηλικίας με καράφλα αλλά και κοτσίδα ή υπόλοιπο κόμης και μακρύ μαλλί, ή τύπος που ξεχάστηκε στη δεκαετία του '70 και απλά ο χρόνος έδειξε τα σημάδια του. Σιτεμένος κατά κανόνα λάτρης της εποχής των χίπηδων που τώρα τους ανακάλυψε, ή τώρα τόλμησε, αλλά το αποτέλεσμα του ντυσίματος / εμφάνισης είναι ολίγον αστείο ή και θλιβερό.
- Πω,πω μηχανάρα πού' φτιαξε ο τυπάς! Χάρλευ δεν είναι ρε συ;
- Ναι μωρέ,την έχει ένας καραφλόχιπας 55άρης γείτονας που την είδε born to be wild κι έτσι...- Άτσα εμφάνιση ο σιτεμένος...καπελάκι μαλλούρα και το πιπινάκι δίπλα! Μια χαρά τον κόβω...
- Έλα καημένε ξεκόλλα με τον καραφλόχιπα!- Μιμίκα τι λέει με τον μεγαλωμένο; Πολύ παρέα σε βλέπω τελευταία...
- Όχι μωρέ, τίποτα σοβαρό..
- Καλά ντάξ...σιτεμένος ο καραφλόχιπας αλλά μην τον υποτιμάς...