Αυτό που μπορεί να «κανθεί», δηλαδή να γίνει (εκ του «μπορώ»).

- Ψήσου να πάμε στην συναυλία των Σκόρπιονς...
- Τι λες ρε; Δεν είναι μπορετό με τίποτα, έχω εξεταστική.

στο κυκλάκι ο έξω κανθός (από allivegp, 30/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified