Αυτό που μπορεί να «κανθεί», δηλαδή να γίνει (εκ του «μπορώ»).
- Ψήσου να πάμε στην συναυλία των Σκόρπιονς... - Τι λες ρε; Δεν είναι μπορετό με τίποτα, έχω εξεταστική.
Got a better definition? Add it!
Published 2011-03-18 19:07:35+00:00 Last modified 2011-03-30 15:39:45+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.