Τα ερζάτς μουνόχειλα ενός γκέουλα, ή η ταλαιπωρημένη εναλλακτική δίοδος μιας κατόχου A-level.

Σιχαμένη λέξη, αλλά κάποιος έπρεπε να την αναρτήσει.

- Αυτό πού ήθελα από εκείνον ήταν να με γαμήσει, χωρίς να με ρωτήσει αν θέλω, εγώ μόνο να στηθώ καλά, την τρύπα μου να φυσάει ο κρύος και υγρός αέρας που μπαίνει από το σπασμένο τζάμι, να χαϊδεύει καυλωμένος ο χειμώνας τα κωλόχειλα μου, πρόστυχα εκτεθειμένα, από κάτω οι περαστικοί βιάζονται...
(Παναγιώτης Χατζηστεφάνου, εδώ)

- Δεν άντεξε όμως… ένας πίδακας από καυτή λάβα έκαψε τα πρησμένα μου κωλόχειλα… τα υγρά του έκαψαν την πλάτη μου κι έφτασαν μέχρι το σβέρκο μου.
(εκεί)

- τριγμὸς μαντρούχια πλακωμὸς φλισκούνια πετσετάκια
χυσόχαρτα κωλόχειλα καὶ ψωλοραβασάκια
κωλοτσιμποῦκι τραγανὸ κι ἄγαρμπο μυξομποῦκι
τῆς γάμησαν τὸ λάρυγγα μὲ τόρνο καὶ καβοῦκι
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified