Ο μπάφος που έχει καβατζωθεί στα αρχίδια κάποιου προς αποφυγή δυσάρεστων αποκαλύψεων από τσέους, λήττες ή αστυνομικά ντόγκια.

Ως εκ τούτου διακρίνεται από μία γαργαλιστική υποψία αρχιδίλας.

- Μανώλο, κοίτα, για να' μαι ειλικρινής μου' χει μείνει ένα παπάδι, αλλά παίζει να ναι αρχιδόφεος πλέον. Σόρρυ μαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified