Παίρνω χαμπάρι, νιώθω.

Συνήθης έκφραση: δεν χαμπαριάζω Χριστό.

Είδα χθες την Κικίτσα, το κορίτσι ήταν αλλού, δεν χαμπάριαζε Χριστό μιλάμε, τίγκα στη ντρόγκα το αρρωστάκι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified