Η συσκευή που ψήνει καφέ ή άλλα τινά.

Σλανγκιστί σημαίνει άλλο ψήσιμο: το καλόπιασμα, την ψιλοεκβιαστική διπλωματία, το πέσιμο στον άλλον μπας και τον πείσουμε να κάνει κάτι για μας, επίσης το καμάκι (επειδή ψήνουμε τη γκόμενα μήπως μας κάτσει), τεσπα το κουραστικό μπίρι-μπίρι προς κάποιον προκειμένου αυτός να κάνει ό,τι του υποδεικνύουμε.

  1. Ο Πατρίς Εβρά ξεκίνησε το... ψηστήρι, προκειμένου να πείσει τον Σαμίρ Νασρί να συνεχίσει την καριέρα του στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και όχι στην συμπολίτισσά της, Σίτι, που μοιάζει να έχει τον πρώτο λόγο...

  2. «Ψηστήρι» σε Ρεν και Γιούνκερ πριν το Eurogroup Οικονομικά Θέματα.

  3. Άσε το ψηστήρι, ακόμα δε μπήκε η κοπέλα!!!

  4. Ο Γιαννάκης (Ζαμπέτας)

Γιαννάκη ομορφόπαιδο
Γιαννάκη λεβεντόπαιδο
παμπόνηρε και παραμυθατζή
Με το παραμύθι σου την έκανες την τύχη σου
και το ψηστήρι σου φιγουρατζή

όλα από το δίχτυ

Στην αρχή το λέει ο δεξιο-τέχνης Γ. Ζαμπέτας. (από Khan, 12/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified