Μια τρέντι πράξη (κυρίως) ή ιδιότητα, ή (λιγότερο) το σύνολο των τρέντηδων. Συχνά έχει μια πανηγυρική (που λέω κι εγώ) ή ειρωνικά πανηγυρική χροιά κατά το γκλαμουριά.

  1. ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΣΥΝΑΓΩΝΙΣΤΗ ΧΑΣΑΜΕ ΤΗΝ ΠΡΩΤΙΑ. ΔΕΝ ΓΑΜΑΝΕ ΠΛΕΟΝ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΚΑΤΙ ΠΑΚΙΣΤΑΝΙΑ. ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΤΡΕΝΤΟΥΡΙΑ ΤΟ ΟΥΑΝ ΝΑΙΤ ΣΤΑΝΤ ΜΕ ΙΝΔΟΠΑΚΙΣΤΑΝΟ ΣΤΗΝ Β.ΕΥΡΩΠΗ. (Εδώ).

  2. Αγανακτισμένοι στο Σύνταγμα.
    Καχύποπτος είμαι κι εγώ απέναντι σε αυτές τις ιντερνετοκινούμενες και ιντερνετοοργανωμένες κινητοποιήσεις γιατί μπορεί πιθανότατα να είναι μια εναλλακτική τρεντουριά αλλά από την άλλη ποτέ δεν ξέρεις πως μπορεί να οργανωθεί και να εξελιχθεί κάτι... (Εδώ).

  3. Αραγε τους ειναι τοσο δυσκολο να χωρεσει στο διαλυμενο απο την τρεντουρια μυαλο τους πως στο κοκκινο σταματαμε, δεν πα να οδηγουμε F16 ; (Εδώ).

(από Khan, 05/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published