Η λίμνη ή η πεδινή έκταση οποία έχει πλημμυρίσει.

- Αη πάμι να πουτίσουμι του χουράφ'. Α τραβίξουμι νιρό απτ' γκιόλα στου καρανύκτερι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified