Ο/οι λαθρομετανάστης/-ες συντετμημένα, ανάμεσα σε εθνίκια και άτομα του υπερπατριωτικού χώρου.

Βόμβα οι αρρώστιες που φέρνουν οι λάθρο (από εδώ)

(από allivegp, 27/03/12)

Δες και κομμέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified