Η πουτάνα που εργάζεται μαύρα, η μη δηλωμένη στην εφορία.

Κατ' επέκταση, η όποια γυναίκα συμπεριφέρεται σαν πουτάνα (κυριολεκτικά, μεταφορικά, στ' αλήθεια, στη φαντασία αυτού που την κατηγορεί κλπ), δηλ. μειωτικός χαρακτηρισμός για μια γυναίκα που θέλουμε να την πούμε πουτάνα, αλλά είναι πιο πουτάνα κι από πουτάνα, ή απλώς δεν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη αυτή και λέμε μια πιο κόσμια.

  1. - Τι κάνει ο Αντρέας αυτόν τον καιρό, πηδάει καμιά στάλα;
    - Ε, έχει βρει κάτι αδήλωτες και τις κανονίζει...

  2. - Να τη χαίρεσαι Σάσα μου τη νυφούλα σου, φαίνεται άξιο κορίτσι!
    - Ποια, η αδήλωτη που μου κουβάλησε στο σπίτι;;;

  3. (μετά από κάποιους μήνες, ο γιόκας της κας Σάσας, στη γυναίκα του):
    - Ίσα μωρή αδήλωτη που θα μου πεις ότι δεν με κεράτωσες με όλο το Μπουρνάζι, άι χάσου μη σε κασιδιάσω!

Got a better definition? Add it!

Published