Η κοπέλα / γυναίκα / κορίτσι που έχει γεροδεμένα από κατασκευής ή/και χοντρά μπούτια, τα οποία βγάζουν μάτι.
Βλ. και πόνι. Αντίστοιχος αντρικός χαρακτηρισμός: τσολιάς.
- Γαμώ τα παστάκια η Ελενίτσα.
- Λίγο μπουτού για τα γούστα μου.Δεν μου πάνε τα στενά παντελόνια, είμαι λίγο μπουτού.