Κατά τη διάρκεια της τσιμπουκοληψίας, πολλοί δέκτες (θήλεα, αλλά και άρρενες-γιαλαντζή) παθιάζονται υπερβολικά, είτε λόγω ωραιότητος του πέους, είτε λόγω γλυκοτσουτσουνίασης. Σε αυτή την περίπτωση, πασπατεύουν την τσαπού, την ρουφάνε, την πιπιλάνε, την βάζουν ανάμεσα από δόντια και μάγουλο, υπογλώσσια, στον ουρανίσκο κ στις αμυγδαλές. Σε αυτή την περίπτωση λέγεται ότι την κάνουν οδοντόβουρτσα, σε μια προσπάθεια εξαγνισμού της στοματικής κοιλότητας από τον Πεωσφόρο.

Σε πιο προχώ μορφή λέγεται και οδοντόπουτσα. Κατόπιν εκσπερμάτισης εμφανίζεται και οδοντόπαστα.

- Πού 'σαι ρε, τι λέει, ανέβηκες στο Λίλιαν;
- Πσσσσσσσσσσστ ναι ρε, σου μιλάω για κοσμογονία στην πίπα...
- Για πε....
- Μου τον έστριβε από εδώ, τον τράβαγε από εκεί, τον έτριβε κ μούγκριζε ρε! Οδοντόβουρτσα μου τον έκανε!!!

(από dk636, 21/06/12)πάρε πασά μου την οδοντόβουρτσα μου... (από MXΣ, 22/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified