Συναντάται και ως «ταχολαλιστής». Από σύντομη ετυμολογική ανάλυση προκύπτει η προέλευση: «τα έχω όλα».

Μία πρωία σε κάποιο καφενείο της Ηλιούπολης:

- Εσείς οι νέοι είσαστε ταχωλαλιστές.
- Δηλαδής;
- Τα έχετε όλα.
- 'Εγραψες, θείο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified