Φτηνιάρης (ελληνοαμερικάνικο - από το αγγλικό «cheap»).
- Πάλι χτύπησα σκληρό... - Αφού είσαι τόσο τσίπης που παίρνεις τα χειρότερα, ρε!
Got a better definition? Add it!
Published 2006-09-08 05:37:30+00:00 Last modified 2015-05-08 18:24:08+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.