Ο ηλικιωμένος που έχει το θράσος και ερωτεύεται (δεν ντρεπόμαστε λέω 'γω;). Κανονικά βέβαια θα έπρεπε να αναγνωρίζεται και στους γέροντες το δικαίωμα στην καψούρα, αλλά η κενωνία που ζούμε είναι κακεντρεχής και η αργκό είναι έτοιμη να καυτηριάσει με λεξιπλασίες όσους ηλικιωμένους τολμήσουν να αναπτύξουν μια θεωρούμενη ως νεανική συμπεριφορά (βλ. γεροντομπεμπέκα, γεροντοκαψούρα, γεροντοτεκνό / γεροντότεκνο).

Εξάλλου, ο όρος συχνά κράζει όσους γέροντες χρησιμοποιούν χρήμα, ισχύ και κοινωνική θέση για να την πέσουν σε νεώτερες ευειδείς υπάρξεις, λ.χ. καπιταληστές που παρελαύνουν με trophy girls, σοσιαληστές που την πέφτουν ως έκφραση της παπανδρεϊκής ανθρωπιάς τους, όσους έχουν ζηλώσει την δόξα του Berlusconi και του Strauss-Kahn, υβριδικούς γεροντο-πουτανοκαψούρηδες που στους καιρούς της πλασματικής ευφορίας τρώγανε όλο το βιος τους σε ζαχοπουλάδικα κ.ο.κ. Άλλοτε πάλι θίγει απλώς ότι ένας παππούς έχει τρελαθεί με ένα πιπίνι, το οποίο θεωρείται δείγμα ξεμωράματος τ. «καψουρεύει Κύριος ὃν βούλεται ἀπολέσαι».

1. Όλοι τους, τα χρόνια εκείνα, είχαν για λόγους prestige εξωσυζυγικές σχέσεις. Πρότυπο σοσιαλιστών και μη ο γεροντοκαψούρης Ανδρέας!

2. Να ειρωνεύεται ο καραίσκος τον τραγουδιστή του έρωτα ε μα αυτό πάει πολύ. ποιός ο καραίσκος ο γνωστός σε όλους μουνιενιές και σαλιάρης μονίμως καψούρης-γεροντοκαψούρης ακόμα και ο πάριος θα μπορούσε να πάρει μαθήματα σαλιαρίσματος και αιδοιοδουλείας από τον καραίσκο, ήμαρτον καραίσκο ποσο πια φαρισαισμό κρύβει το κούφιο σου κεφάλι

3. Εκείνες τις περιπτώσεις με τους γηραιούς αλλά «φορτωμένους» κυρίους που απευθύνονται σε σχετικά γραφεία, για να τους παρέχουν όμορφες συνοδούς πολυτελείας, προκειμένου να κάνουν εντύπωση στα δείπνα και στα ραντεβού που έχουν. Μόλις όμως η συνοδός μυρίζεται παραδάκι, αρχίζει...να έχει απαιτήσεις. Εκείνη τη στιγμή εάν ο «παππούς με το χαρτί» είναι έξυπνος και όχι κανάς...γεροντοκαψούρης, φροντίζει να ζητήσει από το γραφείο, να την αντικαταστήσουν με κάποια...χαμηλότερων απαιτήσεων.

Got a better definition? Add it!

Published