Η υπηρέτρια, η δούλα, αλλά σε υπερθετικό βαθμό. Αυτή που τα κάνει όλα, υπομένει αγόγγυστα και τις πιο σκληρές δοκιμασίες και φέρνει σε πέρας ακόμη και τα πιο δύσκολα καθήκοντα. Το λήμμα περιέχει δόση ειρωνίας ή (αυτο)σαρμασμού ή ακόμη και στοργής, ανάλογα με το πως και από ποιόν χρησιμοποιείται.

- Δεν μπορώ να είμαι 24/7 στο πόδι, δεν είμαι η δουλάρα σας, γαμώτο! (από εδώ)

- Ποιος είναι ...η «δουλάρα» που κρατάει την τουαλέτα της Beyonce; (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified