ούχου, uhu
H μποτιλιαρισμένη οδός, αυτή που η κυκλοφορία έχει κολλήσει και δεν κινείται τίποτε. Από τη γνωστή κόλλα uhu.
Μη πατάς από Ευζώνων, είναι ούχου λόγω του Μαραθωνίου πόλης.
Got a better definition? Add it!
Published 2015-10-10 15:20:25+00:00 Last modified 2015-10-11 09:20:06+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.