Την λέξη έχω ακούσει μόνο από τον πατέρα μου και όταν τον ρώτησα τι σημαίνει, μου απάντησε: "διαμπερές".

Ψάχνοντας, βρήκα ότι ναι μεν σημαίνει κάτι παρόμοιο (πχ. στον Δρυμώνα Τριχωνίδας έχει την έννοια του πέρα για πέρα ανοιχτά, βλ. εδώ), αλλά βρήκα και τη σημασία λίμπα (στην ντοπιολαλιά των Γαργαλιάνων, βλ. εδώ.

Όποιος έχει να προσθέσει κάτι ας το γράψει στα σχόλια κ θα επιληφθεί η ΣΟ του θέματος, θένκια...

(παράδειγμα γιόκ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified