Ταχύ, άψογο, με γρηγοράδα και ακρίβεια.

- Μου τό 'φτιαξες το αυτοκίνητο μαστορα;
- To δοκίμασα κιόλας. Φυσέκι πάει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified