Λέγεται αντί του «σοβαρολογείς;», όταν θέλουμε να μειώσουμε τη σημασία των λόγων κάποιου ή απλώς να κάνουμε χαβαλέ. Συχνά συνοδεύεται και από την επιπρόσθετη ερώτηση «ή κιλοτάρεις;», για να αποτελειώσει εντελώς τη σοβαρότητα της κουβέντας.

Βλέπε και σωβρακά;.

  1. - Το σκέφτηκα πολύ και τελικά νομίζω πως πρέπει να ψάξω για καμιά δουλειά... Όλο από τα λεφτά του πατέρα μου τρώω να πούμε...
    - Τι λες ρε φίλε, σωβρακολογείς; Καλά, πάμε να πιούμε κανέναν καφέ τώρα και ψάχνεις αργότερα...

  2. - Εγώ παιδιά άμα η γκόμενα δεν έχει βυζάρες, ούτε καν ασχολούμαι!
    - Πώπω... Σωβρακολογείς ή κιλοτάρεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified