Περίπτωση ανθρώπου, όπως λέμε τρελοκομείο, περιβόλι, όργιο, νούμερο κλπ. Το λέμε και για κάποιον που συμπαθούμε, όχι μόνο για να κοροϊδέψουμε.

Από το ιταλιάνικο caso.

Μεγάλο κάζο είσαι ρε φίλε! Δεν ησυχάζει κανείς από τα γέλια δίπλα σου!

Δες και παθαίνω κάζο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified