Η ρίζα είναι: zip = διαδικασία κωδικοποίησης δεδομένων + -άρω, -άρισμα, κ.λπ., που χρησιμοποιούνται ως κατάληξη για να δημιουργήσουν ένα ελληνικοποιημένο ρήμα, ή οποιοδήποτε άλλο μέρος του λόγου, ανάλογα με την περίπτωση.

Συνήθως υποδηλώνει τη διαδικασία πακεταρίσματος πολλών διαφορετικών αρχείων σε ένα αρχείο, με την συγκεκριμένη μορφοποίηση δεδομένων zip.

Ζίπαρέ τα ρε Θανάση και στείλ' τα επιτέλους... Θα χρονίσουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την κομπιουτεριστική ορολογία και υπονοεί το αδυνάτισμα.

- Φίλε παράγινε το κακό σου. Τι ζάπες είναι αυτές που έχεις; Άσε επιτέλους το ζαπάρισμα και ξεκίνα επειγόντως ζιπάρισμα. Αλλιώς δεν σε βλέπω καλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified