Επίθημα που σχηματίζει ουσιαστικά θηλυκού γένους (μονοσύλλαβο).
Το επίθημα υπάρχει βέβαια ανεξάρτητα από την αργκό στα ελληνικά, στις αργκό χρήσεις του όμως είναι ιδιαίτερα παραγωγικό, και χρησιμοποιείται συνήθως ειρωνικά ή μάγκικα, ή και για να εξελληνίσει αδόκιμους ξενικούς τύπους.
Στα παραδείγματα, λέξεις που υπάρχουν ήδη σε λήμματα του σλανγκ τζι αρ.
αϊποντιά, αλβανιά, ανετιά, απαλεψιά, αρχιδιά, βυντριά, γερμανιά, γκλαμουριά, δηθενιά, ζαμπουνιά, ζαρχιδιά, καγκουριά, καμενιά, καρκινιά, κλειδιά, κουγιά, κοψοφλεβιά, λινκιά, μαλαγανιά, μαλεζανιά, ματζιριά, ματριξιά, ματσαραγκιά, ματσακονιά, μεϊντενιά, μινιμαλιά, μισοχυσιά, μοντιφιά, ντεμεκιά, ντιζαϊνιά, οριτζιναλιά, παλτουδιά, παπαριές, παρισχιλτονιά, πηδιά, ποζεριά, προχωρημενιά, σκαϊπιά, σκρουτζιές, σλανγκιά, σπλατεριά, σποϊλεριά, ταλιμπανιά, ταρζανιά, τατιανιά, τουματσιά, τρανσιά, τρασιά, τρολιά, τσιγαριά, φιδιά, φλασιά, φραπεδιά, φυτιλιά, χαριτωμενιά, χτιστιά, ψαγμενιά, ψυγκιές, ψωλιά.