Ακυρώνω, συνήθως λόγω βαρεμάρας.
Ρε μαλάκα, δεν έχω όρεξη για Boutique τελικά. Το χιονίζουμε;
Βλ. και χι, χιώνω
Got a better definition? Add it!
Published 2008-11-24 17:38:22+00:00 Last modified 2015-10-24 21:49:35+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.