Όταν θες να «πλασαριστείς», να πλησιάσεις δηλαδή μια γκόμενα.

Από το γνωστό συγκρότημα Placebo.

Υπάρχει και ο αντίστοιχος όρος, φτιαξίμπο, για εκείνον που τα έφτιαξε τελικά.

- Γαμώ τα μώρα εκείνη στη γωνία, πάω να γίνω πλασίμπο.
- Σωστός ο Τάκης, πρώτα γίνεται πλασίμπο με όλες και στο τέλος φτιαξίμπο με μια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified