Αυτός που επιδεικνύει υπερβολικό χαϊλίκι.
Ο γουόναμπι, ο φλάσυ, ο μαλλί, γυαλί και παντελόνι Lee, εν γένει αυτός που πουλάει αέρα (συνήθως κοπανιστό). Από το αγγλικό wazzaaa (= what's up).
Σημ. Σαν υπερθετικός, έχει ειπωθεί και ο γουαζάμπι (wasabi).
- Κοίτα το γουαζά με το Φερραρικό στην πλατεία.