Βαρύ φτηνιάρικο άρωμα που μυρίζει από μακρυά και σε απωθεί.
- Μας φλόμωσες αδελφάκι μου με το πατσουλί που φόρεσες. - Πατσουλί το POISON, πρώτη φορά το ακούω.
Got a better definition? Add it!
Published 2007-03-10 20:34:03+00:00 Last modified 2015-05-09 19:49:57+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.