Κατουράω ή χέζω, με άλλα λόγια πάω τουαλέτα.
Δηλαδή η λεκάνη της τουαλέτας παρομοιάζεται με την κάλπη και το ούρο/σκατό με την ψήφο.
Επίσης λέγεται συχνά και το συνώνυμο «ρίχνω μια πιστολιά».

Μάγκες μισό, πάω να ρίξω μια ψήφο κι έρχομαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified