SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Lemma results (652)
Showing 601-652 from 652 · Show all (24729)

  • A Z
  • Many definitions one
  • Newer Older
  • α
  • β
  • γ
  • δ
  • ε
  • ζ
  • η
  • θ
  • ι
  • κ
  • λ
  • μ
  • ν
  • ξ
  • ο
  • π
  • ρ
  • σ
  • τ
  • υ
  • φ
  • χ
  • ψ
  • ω
  • #
  • en
  • Random
  • All
λούσυ 1 λουτρό αίματος 1 λούτσα 1 Λούτσεμπουργκ 1 λούτσος 1 λούφα 1 λουφαδόρος 1 λουφάρω 1 λουφάρω μυαλό 1 Λούφεν Τούφεν 1 λουφές 1 λουφετζής 1 λούφινγκ 1 λοφοβασίλης 1 λοχαγός 1 λόχας 1 λοχιόσημο 1 λόχος! 1 λοχοτέλ 1 λοχρίτης 1
λύγκια 1 λυγμ 2 λυκειοταξία 1 λυκόπουλο 2 λυκόρνιο 1 λύκος 3 λυκοσυμμαχία 1 λυκότριχα 1 λυκούτσαρδοι 1 λυκοφιλία 1 λύμα 1 λυμπά λύνομαι στα γέλια 1 λύνω το κυπριακό / μεσανατολικό 1 λυόμενο 1 λυπητερή 1 λυσάρι 1 Λυσισλάνγκη 1 λύσσα 1 λύσσα κακιά 1
λύσσα το 'κανες 1 λύσσα το έκανες 1 λυσσαγμάν 2 λύσσαξα 1 λυσσάξει / λύσσα, έχει 1 λυσσάρα 1 λύστε τον σκύλο... δέστε την κυρία 1 λωλ λωλός 3 Λωλότα 1 λωξάντρα 1 λωρίδα 1
  • « Previous
  • 1
  • 2
  • 3
  •  .. 
  • 8
  • 9
  • 10
  • 11
  • Next »
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.