Δεν ήταν κακός ...
Γνώμη μου είναι ότι εξαρτάται από το καβλί. Μαλακό και ευλύγιστο, εντάξει. Αλλά είναι δεόντως μακρύ; Διότι τα φίδια έχουν ένα μήκος όσο νάναι. Και είσαι δεόντως φαρμακοπούτσης ή φαρμακοψώλης, ως όφις δηλητηριώδης; Αν η απάντηση στα δυο αυτά ερωτήματα είναι ανεπιφύλακτα «ναι», τότε, ναι, μπορείς.
Καλώς τονε.
Δες και φάση και φάση πολυφασική.
@ acg: Επειδή λείπει ο τόνος, νομίζω ότι οφείλεις να διευκρινίσεις αν η φίλη σου έφαγε στο μάτι μια μπαταριά ή μια μπαταρία. Ευχαριστώ.
Στη «Χαμένη 'Ανοιξη» του Τσίρκα, η ηρωίδα λέει ότι οι μασχάλες του ήρωα μυρίζουν πιπερόριζα - και αυτό, συνειρμικά, τον κάνει πολύ άντρα και βαρβάτο. Πιπερόριζα, για να καταλάβετε, είναι το τζίντζερ.
Και ειδικότερα, δεν γαμείς ψηλά καπέλα
Στα Ρουμάνικα, βέβαια, bărbat είναι ο άνδρας - έτσι απλά. Στις ανδρικές τουαλέτες στην πόρτα γράφει bărbaţi - και αναρωτιέται που πηγαίνουν αυτοί που δεν είναι απαραίτητα βαρβάτοι. Α, συγνώμη - κανένα πρόβλημα, διότι αυτός που την τρίζει την όπισθεν είναι επίσης bărbat αλλά bărbat efeminat, δλδ βαρβάτος θηλυπρεπής, που στα καθ'ημάς θα ήταν αντίφαση αλλά στα Ρουμάνικα προφανώς δεν είναι. Και η ρίζα όλων αυτών είναι η λέξη barbă = γένι, απ'όπου και ο μπάρμπας, ο μπάρμπα-Μπρίλιος, το μπαρμπόιλ και η καρκαδομπαρμπαλίγκρα
@ azargled. Σωστός μεν, αλλά υπάρχει βαθύτερος λόγος για το έξτρα γιώτα.
ΑΠ=Αν πιάσει. ΔΕ=Δεν έπιασε.
Η γενίκευση για τα είς -όφωνο δεν έπιασε.
@ vikar. Ε, πες το, ντε. Άμα είναι έτσι, εντάξει. :)
@ vikar: ΑΠ. ΔΕ.
Ρε παιδιά, με το συμπάθειο και με όλο το θάρρος δηλαδής ... δεν λέμε παίζει πουλόφωνο για κάποιον/αν που παίρνει τσιμπουκάκι; Αρώτηξις κάνουμε ... Όπως όλα (;) τα είς -όφωνο, είναι πνευστό το όργανο ...
Ίσως σχετικό με το Χάι Χο που τραγουδούν οι 7 νάνοι πηγαίνοντας και γυρίζοντας από τη δουλειά. Εκτός αν προέρχεται από τα χαϊκού. Που δε νομίζω.
Δες και ψωλότσεπη
Αν και προφανές ίσως, το συγκεκριμένο αρκτικόλεξο έχει μία πλάκα διότι παραπέμπει στην ΕΛΠΑ - Ελληνική Λέσχη Περιηγήσεων και Αυτοκινήτου.
Ποντιακό. Το λιλίν.
Το λιλί (ακριβέστερα, το λιλίν) δεν είναι σλανγκ. Είναι απολύτως mainstream λέξη - στα Ποντιακά, βέβαια.
Rouv + ass; Hmmm ... Δεν θα τόλεγες κακό ...
Δεν την χρησιμοποιώ τη λέξη, ακουστά την έχω - αλλά νομίζω ότι ο ορισμός δεν είναι σωστός. Ρούχλα, θα έλεγα, είναι η κατάσταση στην οποίαν περιέρχεσαι λόγω ουσιών ή/και αλκόολ, βασικά είναι το λιώσιμο ή/και το μεθύσι. Ίσως να είναι η ίδια λέξη με την ρέκλα ή ρέχλα που σημαίνει εξάντληση, αποχαύνωση. Όποιος ξέρει κάτια παραπάνω ας ανεβάσει χωριστό λήμμα.
Αναρωτιέμαι αν είναι το βουρ σε ποδανή έκδοση - πώς λέμε βουρ στον πατσά;
Provato, ρησπέκτ. Έχω την εντύπωση ότι όσοι έθαψαν το λήμμα δεν εξετίμησαν δεόντως το δεύτερο παράδειγμα. Και δεν το εξετίμησαν διότι δεν γνωρίζουν ίσως το έργο του Τάκη Βουγιουκλάκη. Θέλοντας να συμβάλω στην κατανόηση του έργου αυτού ανεβάζω ένα μήδι με το κλασικό πλέον «Ταμτάκο προχώρα, ξεβρόμισε τη χώρα» και παραπέμπω και στο λήμμα αν ήταν το πουλί βιολί, όλοι θά 'ταν μουσικοί, όπου υπάρχει αναφορά σε ομώνυμη δημιουργία του ιδίου auteur.
Εξαιρετικό. Ήμουν διακοπές όταν ανέβηκε και τόχασα.
«Νάτος ο γάτος, ο Παπαφλωράτος»
Στο ποδόσφαιρο, η λέξη αίλουρος παραπέμπει κυρίως, για να μην πω αποκλειστικά, σε τερματοφύλακες. Μια εποχή η φράση «ο αίλουρος Σαργκάνης» είχε γίνει τόσο κλισέ που ο ιδιος ο νονός του Σαργκάνη είχε αρχίσει ν'αναρωτιέται αν τον είχε βαφτίσει Νίκο - ή. Αίλουρο. :)
Νομίζω ότι η ορίτζιναλ έκφραση με αυτή τη σημασία είναι στο Κλιν σε βρήκανε; - όπου Κλιν ίσως και το πρώτο βιομηχανικό απορρυπαντικό που ήλθε στην Ελλάδα στη δεκαετία του '50 (;). Μέσα στο κουτί του Κλιν - μέσα στη σκόνη του απορρυπαντικού (!) - ήταν κρυμμένα διάφορα πλαστικά ζωάκια, καουμπόηδες κλπ, όλα ευτελούς αξίας αλλά συμπαθέστατα. Από τα επιτυχέστερα προμόσιον όλων των εποχών.
Ναι. Και τα ντόρτια.
Diva - τι είπες τώρα, μεγάλε ... πάρε κι ένα μύδι που έχει και το μοτοσακό και την άρια ... άφεριμ ...
Το άρθρο της Φρικηπαίδειας για το κόψιμο του σκηνοθέτη στο οποίο παραπέμπει ο Doctor έχει σλανγκικό ενδιαφέρον και για έναν ακόμη λόγο: μέρη του άρθρου φαίνεται να είναι γραμμένα από ασιγματιστή
Σωστόστ. Η πιο συνηθισμένη χρήση είναι «χρήμα με τη σέσουλα». Λέγεται επίσης και το «ξύλο με τη σέσουλα»
Είχα την εντύπωση ότι το γκολ από τα αποδυτήρια είναι αυτό που μπαίνει στο πρώτο λεπτό του ματς - μόλις δλδ οι παίκτες έχουν βγει από τα αποδυτήρια.
Σχετικά και τα λήμματα κρεμαντζόλια, καλαμπαλίκια, δουλειά δεν είχε ο διάολος και ζύγιζε τα καλαμπαλίκια του και νταν ρε πούστη νταν