Κατάσταση στην οποία επιτυγχάνεται τρελό κέφι. Το τζέρτζελο, πανικός.

Έχασες ρε Κώτσο που δεν ήρθες στο πάρτυ, περάσαμε γαμάτα, έγινε το χάι χου. Το κάψαμε.

Χάι Χο - το τραγούδι των 7 νάνων σε ελληνική έκδοση (από poniroskylo, 17/12/08)

Βλ. και σχετικά λήμματα τζερτζελές, o, χαμός, χαβαλές, χαβαλέ, χουλιαμάς και χουχλιαμάς, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
poniroskylo

Ίσως σχετικό με το Χάι Χο που τραγουδούν οι 7 νάνοι πηγαίνοντας και γυρίζοντας από τη δουλειά. Εκτός αν προέρχεται από τα χαϊκού. Που δε νομίζω.

#2
vikar

Χμμ... Ίσως βγαίνει απ' το αϊντέ («χάι ντέεεε»), επιφώνημα σε καταστάσεις ότι νά 'ναι.

#3
vikar

Ούπς. Όχι «να βγαίνει από», αλλα «να είναι παρόμοιο με».