Κάτι σε μεγάλη ποσότητα. Συνήθως το λέμε για το κέρδος.

- Ο Γιάννης είναι μυαλό, έχει γίνει σημαντικό στέλεχος της εταιρείας και βγάζει λεφτά με τη σέσουλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
poniroskylo

Σωστόστ. Η πιο συνηθισμένη χρήση είναι «χρήμα με τη σέσουλα». Λέγεται επίσης και το «ξύλο με τη σέσουλα»

#2
Vrastaman

O μακαρίτης Δημήτριος Παπασπύρου (1902-1987), άλλοτε Πρόεδρος της Βουλής, είχε το παρατσούκλι ο σέσουλας λόγω της γναθικής του μορφολογίας