Ωραίος! Φυσικά, γερμανιστί είναι Ulrich, σωστά;
Αξίζει να σημειωθεί ότι Άβαροι υπό τον Αλάριχο κατέβηκαν μέχρι την Πελοπόνησσο, και μάλιστα πολλοί πήραν άδεια από τον Βυζαντινό Αυτοκράτωρα και εγκαταστάθηκαν στο (Ν)αβαρίνο.
Πες μας ότι Αλάριχος είναι το βαφτιστικό σου, αυτό μόνο!
Πήρα αφορμή από το «φασόν διαταγές πληρωμής » του Χότζα.
Φασονατζής λέγεται και ο παθολόγος που αισχροκερδεί συνταγογραφώντας χωρίς λόγο, περιττά φάρμακα, τα οποία σημειωτέον, είναι προέλευσης Κίνας ή Ινδίας, βαφτίζονται ευρωπαϊκά επειδή εισάγονται μέσω Ιταλίας ή Γερμανίας, και αφήνουν κέρδος από 6 ως 20 ευρώ το κομμάτι στον γιατρό που τα προωθεί.
Π.χ. για μια κυνάγχη, ένας σοβαρός γιατρός δίνει παρακεταμόλη+αντιισταμινικό αξίας 2.5 ευρώ ενώ ο φασονατζής θα δώσει αντιβίωση (μακρολίδη) + πραζόλη (για ...το στομάχι) + ΜΣΑΦ + ρινικό σπρέι, δηλαδή χοντρα-χοντρά 40+50+15+15 = 120 ευρώπουλα, από τα οποία ο ασφαλισμένος θα πληρώσει 25%, δηλαδή 30, ενώ το Ασφαλιστικό Ταμείο του 90. (Πώς να τη βγάλουν καθαρή τα Ταμεία με όλα αυτά!)
Ο φασονατζής μας, θα βάλει στην τσέπη κάνα 20-30 ευρώ από τους ντήλερς των φαρμακευτικών βιομηχανιών που τον επισκέπτονται στο ιατρείο του, μαύρα, και έξω από την αμοιβή του. (Οι ντήλερς έχουν προηγουμένως τσεκάρει στα φαρμακεία ποιός γιατρός έσπρωξε την πραμάτεια τους.)
Ο ασθενής μας πάλι θα είναι ικανοποιημένος που πήρε πολλά φάρμακα («άρα θα γίνει γρήγορα καλά») και όλα βαίνουν με τον αυτόματο, σε μια χώρα που ξοδεύει φάρμακα 8πλάσια από αυτά που αναλογούν στον πληθυσμό της.
Παράγωγα του «φασονατζής» είναι το «φασόν» (=αντίγραφο φαρμάκου), και το «φασονάζ ή φασονάρισμα» (= η τέχνη του φασονατζή).
Τον ορίτζιναλ Ευριπίδη τον φάγανε κάτι σκυλιά (στην κυριολεξία) κοντά στο Σωχό Θεσ/νίκης...
Δηλαδή, εμφανίζεται «έξω από το μπλέ», κατά τη τζίζειο απόδοση του «out of the blue» = unexpectedly = απροειδοποίητα.
Αποτελεί και τόπο «σουταρίσματος» πρέζας.
Μάλλον αναφέρεσαι στη «ραχιαία του πέους φλέβα».
Στο Εφραίμιο -πρών Άγιο- Όρος, υπάρχει Ιερά Μονή Παντοκράτωρα, γνωστή και ως «ρώσσικη».
Τώρα εμένανε η γραμματοσειρά που χρησιμοποίησε ο βράστα για σανσκριτική, μου φέρνει για ινδονησία μεριά κι έτσι. Την σανσκριτική τη φανταζόμουν πιο σφηνοειδή, π.χ. ךזונןם
Εξ ου και το πολύ κοινό επώνυμο «Μουχτάρης», που υποδήλωνε κάποτε Οθωμανό αξιωματούχο;
Έτσι αποκαλούμε το ρίνισμα μετάλλου (π.χ. σιδήρου) που παρουσιάζεται ως ξένο σώμα εμπαρθέν στον οφθαλμό κάποιου μάστορα και απαιτεί προσεκτική απομάκρυνση.
κοιτίδα της εξωτερικής Μογγολίας
Συγγνώμη! Ρογήρο (Roger) Δάλτρεϊ ήθελα να πώ! (Διάβασα παραπάνω ριχάρδο και μπερδεύτηκα - ας ρο διορθώσω πριν με προλάβει ο -επίσης χούβιος- Βράστα)
Pete Townshend = Πέτρος Αστυσταλμένος
Keith Moon = Κίτσος Φεγγάρης
John Entwhistle = Γιάννης Τελοσφύριγμας
(μαζί με τον Ριχάρδο Δάλτρεϊ οι θρυλικοί Who)
Σεφερλίτιδα: Ποιό είναι το υποκοριστικό του φέις μπουκ; Φέις-μπουκάκι!
Συγγνώμη που πετάγομαι σαν την πορδή, αλλά θα προτιμούσα το γυονί. Μάλιστα δε, η Βίκι το έχει καταχωρημένο σαν γιονί, με ι.
Αντι-γειώνεται ως «...και φωνάζει παππού!»
και μια κοακόλα
«Κλείστρα» δεν λέγεται και αυτός/ή που κλείνει συμφωνίες με πελάτες για βίζιτες;
Ναι, αυτό είναι. Και το θηλυκό: Ούλρικε.