Ετυμολογείται απο την προστακτική του τύπου πα(γ)αίνω: πάαινε > πάνε. Στον πληθυντικό είναι πάντε.
Βλέπε και αξιαγάμητος/-η.
Στα συνώνυμα, φυσικά, και το τρελαίνομαι.
Μα δέν έχει μόνο μεγάλα ρίζλα!
Παράβαλλε και Σταλόνε, Τέλης.
Βλέπε και λεβίδι.
Λέγονται και μπλιμπλίκια.
Δές και ότι νά'ναι.
Και επίσης, "ο πήξιος κι'ο δείξιος".
'Μαμπέτι', 'μουαμπέτι', 'μουχαμπέτι' είναι προφανώς το ίδιο πράμα. Εγώ το πρώτο το ξέρω λόγω μάνας απο χωριό του ένδοξου Βορρά.
Λέμε και μπατσικό.
Άλλη κοντινή φράση (στη Θεσσαλονίκη τουλάχιστον): κατέβα στο λιμάνι να δείς αν κουνιούνται οι βάρκες