Ως «νταβατζή» έχει ανέβει υπό Ντέρτι.
Πάντως εγώ γουστάρω τρελά όποτε κάποιος τη λέει σε ρεπόρτερ, ιδίως οι αθλητάνθρωποι.
Μεταξύ άλλων, πολύ σωστή η τελευταία παρατήρηση!
anal-υση, το πιάσατε το υπονοούμενο, έτσι;
Η καύλα είναι ομηρική λέξη (έστω ως καυλός) και είναι κρίμα να την γράφουμε με βήτα. Είναι μια λέξη με ιστορική συνέχεια 3000 ετών.
& «τού ριξα δυο μουνιά»
Αλλά οι γυναίκες έχουν πάρει πολλές αντρικές εκφράσεις, όπως «στα αρχίδια μου», «χύνω» και άλλα. Σε κάποιο σχόλιο, δεν θυμάμαι πού, είχαν αναφερθεί πολλές.
Εντάξει, μπορούμε να βγάλουμε το «βαριέται τα παιδιά». :-Ρ
Πολύ καλός, Άλλε, τα παραδείγματα γαμάνε! Αι-Γιάννη Μπιλντερά, νομίζω δεν πρέπει να συγχέουμε την θείτσα με την θεούσα, η θείτσα είναι ευρύτερη έννοια.
Πρόσεξε Χεσού, γιατί απ' ό,τι βλέπω, την κάνεις την ανάλυση!
Είναι θεός, όντως!
Συμειωτέον και ότι ο σλανγκισμός θυμιάζω / θυμιατίζω είναι ετυμολογικά πολύ οξυδερκής, αφού η λέξη είναι ομόρριζη με το φουμάρω και τόσες άλλες ξένες που σημαίνουν το κάπνισμα.
Ίσως έχει ενδιαφέρον μια σύγκριση με την ινδοευρωπαϊκή ρίζα **dhew- = σκορπίζω, στροβιλίζω, ή στην μηδενισμένη της βαθμίδα **dhu-, όθεν το λατινικό fumus, το γαλλικό fumer, το αρχαιοσλαβικό dymu, το αγγλικό dust, και τα ελληνικά θύω, θυσία, θυμιατίζω, θύμελη, θύμα, ενώ ίσως και το θυμός, θύελλα. Ένα λίγο ευφάνταστο ετυμολογικό βιβλίο που είχα διαβάσει πριν έξι χρόνια τα συνέδεε όλα αυτά, και έφτανε να πει ότι και το ντουμάνι είναι από την ίδια ρίζα ως (ινδοευρωπαϊκό, όχι ελληνικό) αντιδάνειο μέσα από τους Τούρκους. Ο Μπάμπης συνδέει όλα τα παραπάνω εκτός από το ντουμάνι και το σλαβικό duh, ενώ είναι επιφυλακτικός και ως προς το θυμός.
Πάντως, νομίζω ότι πέρα πάσης αμφιβολίας η λέξη ντούχνα είναι σλαβογενής, αφού η λέξη duh, είναι πιθανό να έχει παραγάγει μια σειρά πολλών λέξεων για αέρηδες, αερικά, οσμές κ.ά. Ας μας πει και κάποιος ρωσομαθής.
duh είναι στα σερβικά το πνεύμα, sveti duh, ή κάπως έτσι, το Άγιο Πνεύμα, ενώ duh είναι και το φάντασμα.
Χαχα!
Χαχα, προσκύνημα σκέτο!
Μήπως είχε πει ο πατέρας σου στην μητέρα σου: «Ναι, καλά, θα σου κάνω παιδί του Άι Πούτσου ανήμερα!»...
Σε κάθε περίπτωση, μα τον άγιο Πέωνα (δυστυχώς δεν κλίνεται σε «Πέοντα»), ο άγιος Πέων είναι υπαρκτός άγιος της Εκκλησίας μας και όχι αποκύημα της σλανγκικής μου φαντασίας.
Συχνά συνδέονται αυτά τα δύο.
Are you Σείριος;
Πολύ ενδιαφέρουσα αναφορά στον αστερισμό του Σειρίου και τα «κυνικά εγκαύματα». Για την ταύτιση του κυνός με τον μπούτζον συνηγορεί η ετυμολόγηση του τσουτσούνι από το αρχαίο κυνίον = σκυλάκι, μέσω τσιτακισμού και αναδιπλασιασμού.
Τέλος, από τα best of των αρχαιάδων, ήταν ότι ως ένα από τα κύρια παραδείγματα γραμματικής- συντακτικού ήταν το: «-Πόθεν έρχει, ω Σώκρατες; Ή δήλον ότι από του κυνηγεσίου;». Οπότε ψάχναμε να βρούμε από πού κι ως πού ο Σωκράτης ήταν κυνηγός και κυνηγούσε μπεκάτσες. Μόνο που το πρωτότυπο συνέχιζε «από του κυνηγεσίου της Αλκιβιάδους ώρας;» = «από το κυνήγι της ομορφιάς του Αλκιβιάδη», το οποίο οι αρχαιάδες είχαν λογοκρίνει.
Πες τα ρε Πάνο! Εγώ θα ήμουνα υπέρ του να μην υπάρχουν αιώνιοι όρκοι, λ.χ. στον γάμο, (αλλά και για όσους γίνονται ιερείς, μοναχοί κτλ) αλλά συμβόλαια μιας ορισμένης διάρκειας, λ.χ. ενός, δύο, πέντε, δέκα χρόνων, που να τα ανανεώνουν ή όχι οι συμβαλλόμενοι μετά την εκπνοή τους.
Όπως έχω πει και εδώ, δεν είναι δήθεν, είναι υπαρκτότατη εορτή, αφού την 1η Ιουνίου γιορτάζει ο άγιος Πέων, μάρτυρας τελειωθείς δι΄ αποκεφαλισμού.
Βασικά συμφωνώ, όπως το έθεσες.
Άστραψες!
Μπράβο Αλλίβε! Μας μόρφωσες!
«νταβατζής»